Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

‘’Ετούτο είν’ ωκεανός’’

Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου

Εκδόσεις Ταξιδευτής
           
Γράφει η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη

Κάνοντας κατάδυση χωρίς αναπνευστήρα στα άνομα της νύχτας, στο πνιγερό ημίφως του υποκόσμου, εντρυφώντας στους σκληρούς και άγραφους κανόνες των ευδαιμονικών αλλά αδυσώπητων ‘’παραδείσων’’ των ναρκωτικών, επιστρατεύοντας παράλληλα μια συγκλονιστική εκδοχή ρεαλισμού, σε μια ιστορία που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι αληθινή,  ο συγγραφέας Δημ. Χατζηκωνσταντίνου μας παραδίδει το έβδομο βιβλίο και δεύτερό του μυθιστόρημα, με τίτλο ‘’Ετούτο είν’ ωκεανός’’ , που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ταξιδευτής.

Ο εκπαιδευτικός και σεμνός δημιουργός που τιμά μέσα από τα έργα του την δεύτερη του πατρίδα, την Κρήτη, δίχως ωστόσο να ξεχνά και τον τόπο καταγωγής του, τη Χάλκη της Λάρισας, έχει ήδη επιχειρήσει να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο δύσκολο, λογοτεχνικό είδος, (πρώτο του μυθιστόρημα το Τετράδια ονείρων το 2006). Νωρίτερα είχε θητεύσει στο χώρο του διηγήματος, Μονόστηλο 2001 και Terra Santa 2004, του παραμυθιού (Ήλιε μου 2011), αλλά και στην Ιστορία της Κρήτης για μαθητές του Δημοτικού (1995), συν το Ημερολόγιο του 2010 με θέμα την Κρήτη . Με σκευή πολύτιμη λοιπόν,  όλα τα ανωτέρω του έργα,  αυτή την φορά τολμά να επιχειρήσει κάτι το εντελώς διαφορετικό.

Βυθίζοντας το μαχαίρι μέχρι το κόκαλο, επιχειρεί μια βαθιά τομή στο κακό και τη ρίζα του, που πηγάζει και εκτρέφεται μέσα στους κόλπους μιας οικογένειας.

 Όλα σχεδόν τα βιβλία του Δημήτρη Χατζηκωνσταντίνου διαπνέονται από μια αμείωτη ένταση που γίνεται εύκολα μεταδόσιμη στον αναγνώστη, καθώς απευθύνονται μεν στο συναίσθημα αλλά και σε κάτι βαθύτερα υπαρξιακό, κάτι που αγγίζει τη φύτρα μιας ανέκφραστης μελαγχολίας, ενός εσωτερικού σπαραγμού, φτάνοντας πολλές φορές στα όρια του μεταφυσικού.

Ας σταθούμε για λίγο στον τίτλο του βιβλίου: ‘’Ετούτο είν’ ωκεανός,’’ στίχος αντλημένος από το γνωστό τραγούδι «Άμα περάσει τούτο δω» του σπουδαίου Άκη Πάνου από τον δίσκο ‘’Παρών’’ που κυκλοφόρησε το 1977. Ας σημειωθεί ότι πολλά τραγούδια-ποιήματα του Άκη Πάνου τραγουδήθηκαν και βρήκαν πλατιά απήχηση στον κόσμο, που τον αγάπησε γι’ αυτά τα δώρα του λόγου που εποίησε.(Κάποιοι ίσως να τον ‘’ακύρωσαν’’ στην πορεία για κάποιες- τραγικά μη αναστρέψιμες- πράξεις του).

‘’Ετούτο είν’ ωκεανός’’, δηλαδή τούτο εδώ το πράγμα, το βίωμα, το συναίσθημα, είναι πόνος δυσβάσταχτος, βαρύς, ασύλληπτος. Όπως ένας ωκεανός που δεν μπορείς εύκολα να τον διαβείς. Τεράστιος ο όγκος του, απροσμέτρητο το βάθος, επικίνδυνη η προσέγγιση, πόσο μάλλον ο διάπλους…

Ας έρθουμε όμως στην ίδια την ιστορία του βιβλίου: Ένας άνδρας του υπόκοσμου, της νύχτας, του περιθωρίου, των ναρκωτικών έχει αποδράσει από την Αθήνα και τον κακό εαυτό του και έχει εγκατασταθεί σε ένα νησί της άγονης γραμμής, όπου προσπαθεί να κάνει μια νέα αρχή, κρυφά από όλους, αλλάζοντας το όνομά του και τις συνήθειές του. Διατηρεί ταβέρνα δίνοντας ζωή σε μια εγκαταλελειμμένη περιοχή του νησιού, ώσπου δολοφονείται, θύμα στην ουσία του άγριου παρελθόντος του, που τον καταδιώκει σαν ερινύα. Ο άνδρας αυτός είναι ο Σάββας Αϊβατζόγλου, ο οποίος κρύβεται πίσω από το όνομα Κυριάκος Παλαιολόγου. Το παρελθόν του το στοιχειώνουν το κύκλωμα της ανομίας και ο φόνος ενός από τους συνεργάτες-βαποράκια του.
Μια ιστορία που ξεκινά από το τέλος. Για να αποδείξει πως η λύση, τελικά, της εξίσωσης βρίσκεται στην αρχή. Και ότι το πιο μεγάλο μυστήριο είναι ο εαυτός μας και η οικογένεια, ίσως γι' αυτό γράφουμε και ξαναγράφουμε όλοι μας το ίδιο βιβλίο, προσπαθώντας να ρίξουμε φως στα δικά μας σκοτάδια.
Ο φόνος του κεντρικού ήρωα σηματοδοτεί την αρχή, στη συνέχεια όμως η ιστορία επιστρέφει από το σήμερα στο χθες και τανάπαλιν, με συνεχή φλας μπακ , που σκηνογραφούν με μαεστρία την πλοκή. Ο Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου, χρησιμοποιώντας την τεχνική του εγκιβωτισμού -αλληλένδετα γεγονότα, που ξεπηδούν ολοένα μέσα από το αφηγηματικό σώμα του κειμένου ως αναμνήσεις ή υποστηρικτικά στοιχεία , που συνάδουν και περιπλέκονται περίτεχνα  γύρω από τον κεντρικό πυρήνα του μύθου-, αποδεικνύει ότι είναι συγγραφέας της παρατήρησης, της επισήμανσης, της αναφορικότητας, της υπερκείμενης ανατροπής.

Οι τόποι όπου εξελίσσεται η ιστορία ενός σκληρού νουάρ, -που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από τα αντίστοιχα διάσημων συγγραφέων-  και σκηνοθετούνται τα -εντυπωσιακά σε ένταση και οπτική- πλάνα της, είναι η ελληνική επαρχία και στο κλεινόν άστυ της πρωτεύουσας, στον απόηχο της μετεμφυλιακής, χουντικής και μεταπολιτευτικής περιόδου.

 ‘’Στο περιθώριο μιας κοινωνίας σε κρίση, όπου κυριαρχεί η νύχτα με τους ανθρώπους της, οι ήρωές της παλεύουν απεγνωσμένα με τους εφιάλτες που τους στοιχειώνουν. Τα ναρκωτικά, το εμπόριο λευκής σαρκός, η προστασία από ανθρώπους της νύχτας μαζί με ανομολόγητα μυστικά, οδηγούν τους ήρωες σε έναν κόσμο που σιγά-σιγά τους τραβάει στη δίνη του’’, μας λέει ο ίδιος ο δημιουργός, ο οποίος πλάθει ήρωες που προέρχονται μεν από διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον,  συνδέονται όμως με πολλά κοινά, καλά κρυμμένα μυστικά.

Η μάνα από τη μια οικογένεια και ο πατέρας από την άλλη είναι τα τραγικά πρόσωπα του μύθου. Σε δυο κεφάλαια του βιβλίου αφηγούνται οι ίδιοι σε πρώτο πρόσωπο τη ζωή τους. Ο θάνατος είναι το κοινό στοιχείο που τους ενώνει και τους χωρίζει ταυτόχρονα. Δεν μπορούμε να μη σταθούμε στην τέχνη του συγγραφέα,  καθώς αποδίδει με αδρές, φαιές- σκαιές πινελιές  το πρόσωπο της μάνας, αθώου θύματος των συνθηκών της παιδικής ηλικίας αλλά και του έγγαμου βίου της στη συνέχεια, αφού ο χαμός του πρωτότοκου παιδιού της στην τρυφερή ηλικία των τεσσάρων χρόνων, είναι το γεγονός που της σημάδεψε τη ζωή, σφραγίζοντας παράλληλα τη σχέση της με το μετέπειτα αγόρι, τον πρωταγωνιστή της ιστορίας, στο οποίο και έδωσε το όνομα του πρώτου, για να μην ξεχνά εκείνη και ξεχαστεί εκείνος ποτέ…

 Σ’ αυτό το ενδιάμεσο διάστημα ενός θανάτου και μιας γέννας-ανάστασης(υποτίθεται, αλλά φευ) των δύο παιδιών, που έγινε σκοτεινό φαράγγι για την ίδια, καταβαραθρώθηκε η ζωή της, αλλά και η ζωή του πατέρα που αυτοκτόνησε απ’ τη θλίψη του. Στο ίδιο βάραθρο γκρεμίστηκε και η παιδικότητα του δεύτερου παιδιού,  που μοιραία και αποπνικτικά ταυτιζόταν από την ίδια τη μητέρα του με το άμοιρο πρώτο.
Τα ανολοκλήρωτα πένθη και τα ανεπούλωτα τραύματα που αέναα αιμορραγούν, -απόρροια τραυματικών βιωμάτων που πηγάζουν και συντηρούνται μέσα και από την ίδια την οικογένεια-, έχουν σαν αποτέλεσμα την αναζήτηση της λήθης μέσω –αλίμονο- του τεχνητού ‘’παράδεισου’’ των ναρκωτικών.

Καθαροί μικροαστοί οι περισσότεροι ήρωες δρουν με κινηματογραφικό τρόπο -σε ρεαλιστικές σκηνές αφήγησης, που αποτυπώνονται έντονα σε έντεχνα πλάνα-, επιδεικνύοντας πολλάκις παραβατική συμπεριφορά. Άλλοτε πάλι παραπαίοντας, επιλέγουν να φερθούν προστατευτικά και με αγάπη, συζητώντας και καταγγέλλοντας, προσπερνώντας εμπόδια, κάποτε ειρωνευόμενοι και σαρκάζοντες , επιχειρώντας μ’ αυτό τον τρόπο να καταστήσουν σαφές πως, πάνω απ' όλα, τους ενδιαφέρει το οικογενειακό καλό –έστω και αν αυτό,  από μια αλληλουχία τραυματικών γεγονότων, έχει μείνει λειψό– και, επιπλέον, υποστηρίζοντας ότι η ατομική τους ελευθερία και η προσωπική τους απεξάρτηση εξαρτάται, από το αν θα βάλουν ταφόπλακα στο χθες που τους ματώνει και ματαιώνει και ν’ αρχίσουν να βλέπουν τα πράγματα μέσα από μια νέα οπτική.

Ο λόγος του Χατζηκωνσταντίνου είναι απλός, λιτός και ουσιαστικός. Δεν φοβάται να μιλήσει τη γλώσσα του υποκόσμου, των πεζοδρομίων,(διακρίνεται ολοφάνερα η έρευνα και η μελέτη που έχει κάνει, για να μπορέσει να αποδώσει με τέτοια πειστικότητα αυτό τον επίπλαστο ‘’άλλο’’ κόσμο),δεν διστάζει στιγμή να κυλιστεί στον ίδιο το βούρκο που κυλιούνται οι άρτια πλασμένοι χαρακτήρες του, να ταυτιστεί μαζί τους και αυτός, αλλά και ο ασθμαίνων αναγνώστης πλάι του.

Δεν χαρίζεται σε κανέναν, ούτε καν στον εαυτό του. Δεν φλυαρεί. Δεν ωραιοποιεί. Μεγάλα προτερήματα για ένα συγγραφέα. Με οικονομία και ακρίβεια μεταδίδει στον αναγνώστη, πότε με τριτοπρόσωπη αλλά κυρίως με πρωτοπρόσωπη αφήγηση, τον παλμό των συναισθημάτων των ηρώων , ενώ μ’ ένα μαχαίρι σκαλίζει τις σχέσεις μέσα από την επίφαση της εικόνας και την τραγικότητα της πραγματικότητας, αναζητώντας τη δυνατότητα της αγάπης να αναδυθεί και να ανθίσει κάτω από το λαμπερό φως της αλήθειας , κλείνοντας κατάμουτρα την πόρτα στο σκότος και τα ειδεχθή παράγωγά του.

Μια πολύ καλή προσπάθεια σ’ ένα απαιτητικό και τολμηρό θέμα, από ένα ακαταπόνητο συγγραφέα, που μας εκπλήσσει  ευχάριστα. Από καρδιάς εύχομαι, καλοτάξιδο, σ' ανοιχτά πέλαγα κι ωκεάνιους δρόμους…Είθε ν' αράξει σε όσο το δυνατόν περισσότερες αγκαλιές αναγνωστών.

.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου